Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

20 Μαρτίου -Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Θεάτρου






Παιδικό θέατρο… ποιος, πού, πότε και γιατί;
                                                                  
                                                                  της Μάρθας Ο. Μαυρίδου
H 20 Μαρτίου έχει καθιερωθεί από τη Διεθνή Ομοσπονδία Θεάτρου για Παιδιά και Εφήβους ως η Παγκόσμια Ημέρα του παιδικού Θεάτρου. Δεν είναι τυχαίο πιστεύω πως πολύ κοντά είναι η παγκόσμια ημέρα κουκλοθεάτρου (21-3) καθώς και της ποίησης (21-3), ενώ η Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου είναι στις 27 Μαρτίου. Η άνοιξη είναι η εποχή όπου όλα ανθίζουν. Ο ήλιος κάνει αισθητή τη ζεστή του παρουσία, και τα πάντα έχουν μια διάθεση ανανέωσης. Όλες αυτές οι παγκόσμιες ημέρες –καθώς και του νερού στις 22 Μάρτη, που μ’ έναν συμβολικό τρόπο «κολλάει» με όλα τα υπόλοιπα.
Ποιος όμως είναι ο λόγος όπου το παιδικό θέατρο έχει τη δική του, ξεχωριστή παγκόσμια ημέρα. Σαφώς δεν υπάρχουν οικονομικές σκοπιμότητες πίσω από την καθιέρωσή της, όπως συνηθίζουμε να λέμε για τη γιορτή της μητέρας και κυρίως για την ημέρα των ερωτευμένων. Το θέμα όμως με τις παγκόσμιες ημέρες είναι αχανές και σίγουρα όχι της παρούσης.
Θέατρο και Παιδικό θέατρο λοιπόν δυο κλαδιά του ίδιου δέντρου, με καρπούς, φρέσκους και ζουμερούς, ξερούς και ζαρωμένους, άγουρους, ώριμους! Δυο κλαδιά που όσο μακριά κι αν βρίσκονται το ένα από το άλλο, δεν παύουν να ανήκουν στο ίδιο δέντρο.
Ας επικεντρώσουμε την προσοχή μας λοιπόν στο κλαδί του παιδικού θεάτρου και ας δούμε πως θα μπορέσουμε να ξεχωρίσουμε τους καρπούς εκείνους, που θα είναι ξεχωριστοί για τη… «γεύση» μας. Γιατί, αυτό που γυαλίζει, δεν είναι πάντα και το πιο νόστιμο.

Εν αρχήν…το θέατρο είναι κάτι καλό και χρήσιμο. Αυτό σαν μια γενική πληροφορία και χωρίς πολλές εξηγήσεις. Όλοι λίγο πολύ ξέρουμε πως το θέατρο ξεκίνησε από την αρχαία Ελλάδα, πως Έλληνες ήταν οι πιο σπουδαίοι κλασσικοί και ελληνικές κάποιες από τις πιο σπουδαίες παραστάσεις που έγιναν ποτέ. Σωστά ως εδώ; Σωστά-απαντώ μόνη μου!
Τα πλεονεκτήματα λοιπόν της παρακολούθησης μιας θεατρικής παράστασης είναι πάρα πολλά μεταξύ των οποίων, η εκτίμηση του θεάτρου ως μια καλλιτεχνική εμπειρία, η ανάπτυξη της πολιτιστικής ευαισθητοποίησης, η συμμετοχή σε μια κοινωνική δράση, ο προβληματισμός σχετικά με την ιστορία και τα γεγονότα.
Όλα αυτά όταν πρόκειται για παιδική παράσταση αποκτούν διαστάσεις ογκώδεις αφού οι μικροί θεατές επεξεργάζονται τις εικόνες αυτές με χίλιους διαφορετικούς τρόπους, διαμορφώνουν ιδέες αποκτούν προβληματισμούς αλλά και καθορίζουν στο μυαλό τους την εικόνα για το θέατρο, γεγονός που θα τους ακολουθεί είτε καλά είτε με άσχημο τρόπο σε ολόκληρη την πολιτιστική συμπεριφορά τους.
Όσον αφορά το παιδικό θέατρο, θεωρείται α)το από ενήλικες επαγγελματίες ή ερασιτέχνες ηθοποιούς προσφερόμενο θέαμα με κυριολεκτικούς αποδέκτες τα παιδιά άλλα και τους ενήλικες που τα συνοδεύουν, β)το θεατρικό έργο που παίζεται από παιδιά και απευθύνεται σε συνομηλίκους αλλά και σε ενήλικους θεατές –τέτοιες παραστάσεις εντάσσονται στην ειδικότερη κατηγορία του σχολικού θεάτρου-,γ)το δραματοποιημένο παιχνίδι που παίζεται από παιδιά κι έχει ως αποδέκτες αποκλειστικά τα ίδια,(Barret:1975, Cuvelier:1981, Άλκηστις:1984, Γραμματάς:1996, Κουρετζής:1991) δ)κάποιες άλλες μορφές θεάματος όπως το κουκλοθέατρο, θέατρο σκιών, μαριονέτες που άλλες λιγότερο κι άλλες περισσότερο συνδέονται με το έντεχνο θέατρο εντασσόμενες πάντα στις δικές τους ειδικές κατηγορίες. (Κοwzan:1975).
Και τώρα που ξέρουμε τι είναι παιδικό θέατρο; Τι; Ποια είναι η επόμενη κίνηση; Παρακολουθούμε ότι υπάρχει και συμβαίνει μόνο και μόνο επειδή απευθύνεται σε παιδιά; Καλό είναι να μη συμβεί κάτι τέτοιο, παρά να γίνει μια σωστή επιλογή αυτών των παραστάσεων που αξίζει τον κόπο να παρακολουθήσουν τα παιδιά. Κάτι τέτοιο εύκολα μπορούμε να το πετύχουμε αν έχουμε στο νου μας πέντε βασικά σημεία τα οποία καθιστούν μια θεατρική παράσταση αξιοπρεπή.
Α. Εν αρχήν ην ο λόγος
Και όπου λόγος στο θέατρο εννοούμε το δραματικό κείμενο. Η θεματολογία του παιδικού θεάτρου σήμερα είναι εντυπωσιακή. Μπορεί να συναντήσει κανείς από δραματοποιημένα ιστορικά γεγονότα μέχρι και σάτιρα τηλεπαιχνιδιών. Ότι απασχολεί το παιδί στην καθημερινότητά του αποτελεί αφορμή για τους επίδοξους συγγραφείς παιδικών θεατρικών έργων. Ο κόσμος τόσο του φανταστικού όσο και του ρεαλιστικού μεταφέρονται πάνω στη σκηνή και εκεί δημιουργούνται καταστάσεις που προκαλούν το ενδιαφέρον των παιδιών. Η επιλογή του θέματος δεν καθορίζει την ποιότητα μιας παράστασης. Εξαρτάται πως θα χειριστεί το θέμα ο συγγραφέας και ποια θα είναι η οπτική  από την οποία το επεξεργάζεται. Ένα ριάλιτι για παράδειγμα θα μπορούσε να είναι το κύριο θέμα μια καλής παράστασης αν η αίσθηση που θα είχαμε στο τέλος της παράστασης ήταν ότι τα ριάλιτι δεν είναι και τόσο αξιόπιστη διέξοδος για το μέλλον μας. Συνεπώς μια καλή παράσταση μέσα από το κείμενο πρέπει να φωτίζει το μυαλό του παιδιού με νέες ιδέες και να φέρνει στην επιφάνεια προβληματισμούς δημιουργικούς.
Σημαντικό ρόλο έχει στο κομμάτι αυτό και η γλώσσα. Αυτό βέβαια είναι ένα κομμάτι που δεν μπορεί κανείς να ελέγξει εκ των προτέρων. Λίγο πολύ όμως μπορούμε να ξέρουμε που θα κινηθεί ο λεκτικός πλούτος της παράστασης από προηγούμενα δείγματα γραφής του κειμενογράφου –αν αυτά υπάρχουν-. Αν δεν έχουμε γνώση του πρότερου «έντιμου» συγγραφικού βίου κι επειδή η ζωή είναι ένα ρίσκο, παρακολουθούμε την παράσταση με την ελπίδα να ακούσουν τα παιδιά μας λέξεις και φράσεις που δεν πονούν τα αφτιά. Δυστυχώς, και το λέω με λύπη, πολλές από τις παραστάσεις που προσφέρονται για τα παιδιά δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες ώστε ένα θεατρικό κείμενο να θεωρείται «λογοτεχνικό». Το δραματικό κείμενο – με άλλα λόγια το κείμενο της παράστασης- αποτελεί λογοτεχνικό είδος που χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένα ειδολογικά γνωρίσματα ανάμεσα στα οποία το σημαντικότερο είναι η δράση, από το οποίο δίνεται και ο ορισμός του (Γραμματάς:1997). Ως είδος λογοτεχνίας θα πρέπει να έχει τα χαρακτηριστικά ενός άρτιου λογοτεχνικού κειμένου, συνεπώς ο συγγραφέας θα πρέπει να δείχνει ιδιαίτερη ευαισθησία μιας και με την χρήση του σωστού λεξιλογίου στα λογοτεχνικά κείμενα αλλά και συγκεκριμένα στις θεατρικές παραστάσεις το παιδί βοηθιέται να μάθει την μητρική του γλώσσα και τις χρήσεις της, κατανοεί την μεταφορική και κυριολεκτική σημασία των λέξεων, καθώς επίσης και το παιχνίδι της φαντασίας με την πραγματικότητα, κατανοεί τη δύναμη του λόγου. Το γεγονός ότι το έργο απευθύνεται σε παιδιά, δεν σημαίνει πως πρέπει να έχουμε ένα κείμενο γεμάτο με υποκοριστικά και χρήση ανύπαρκτων και κακόηχων λέξεων μόνο επειδή αυτές προκαλούν το γέλιο. Λάθος επίσης είναι η χρήση της αργκό. Η σωστότερα η ακατάσχετη χρήση της αργκό (Αναγνωστόπουλος:1987). Σωστή χρήση του λεξιλογίου, της γραμματικής και του συντακτικού σε μια παράσταση δεν σημαίνει τον αποκλεισμό του παιδιού από την πραγματικότητα. Και αργκό θα χρησιμοποιηθεί και νεολογισμοί. Πάντα όμως μέσα στο μέτρο του λογικού και χωρίς υπερβολές.
Ένα δραματικό κείμενο και κατ’ επέκταση μια θεατρική παράσταση για να είναι ενδιαφέρουσα, για να είναι καλή θεατρική παράσταση χρειάζεται εκτός από τη γλώσσα, να είναι πλήρης καταστάσεων, να έχει δηλαδή «δράση». Και όταν λέμε δράση δεν εννοούμε ασφαλώς αστυνόμους και κλέφτες. Πρέπει να υπάρχει ένα θέμα το οποίο να αναπτύσσεται και να αποκαλύπτεται μέσα από ανατροπές, γεγονός που καταργεί τις προβλέψιμες καταστάσεις. Δημιουργούνται έτσι συνθήκες κατάλληλες για εναλλαγές και διαφοροποιήσεις. Μέρος των διαφοροποιήσεων και των εναλλαγών αποτελούν και οι συγκρούσεις που πρέπει να διαφοροποιούνται τόσο ως προς τα επίπεδα και τους τρόπους που εκδηλώνονται, όσο και ως προς την ένταση και τα αποτελέσματά τους. Όσο μεγαλύτερη είναι η διαπλοκή των συγκρούσεων σε είδη –ατομικές ή συλλογικές, υποκειμενικές ή αντικειμενικές- τόσο περισσότερο αυξάνεται η θεατρικότητα του έργου.  Όλα αυτά καθορίζουν την πορεία και τη συμπεριφορά τόσο των δρώντων προσώπων όσο και τον τρόπο που εξελίσσονται τα γεγονότα (Γραμματάς:1997).   
Μέρος του δραματικού κειμένου αποτελούν και οι χαρακτήρες. Από τη στιγμή λοιπόν που μιλάμε για παιδική παράσταση οι χαρακτήρες πρέπει να είναι ξεκάθαροι με συγκεκριμένες ιδέες και στόχους. Τις περισσότερες φορές –ειδικά όταν μια παράσταση ενθουσιάσει τα παιδιά- ταυτίζονται με τους ήρωες και θέλουν να γίνουν σαν κι αυτούς. Οι ήρωες λοιπόν θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από αληθοφάνεια και γνησιότητα προκειμένου ευκολότερα να γίνουν κατανοητοί στο κοινό (Γραμματάς:1997). Το γεγονός πως αντιμετωπίζουν την παράσταση ως μια πραγματικότητα τους οδηγεί αυτόματα στο να κρίνουν τους χαρακτήρες όπως ακριβώς κρίνουν και τους ανθρώπους στην καθημερινή τους ζωή. Το γεγονός αυτό φέρνει το παιδί απέναντι στις επιλογές του και το βοηθάει να κατανοήσει τις συνέπειες της επιλογής-υποστήριξης του ενός ή του άλλου ήρωα (Σέξτου:1998). Ακόμα και αν οι ήρωες δεν έχουν ανθρώπινη υπόσταση παρά έχουμε να κάνουμε με ζώα, φυτά ή αντικείμενα τα παιδιά αντιμετωπίζουν τα δρώμενα στη σκηνή ως πραγματικότητα. Η προσωποποίηση ηρώων που βάσει των συμβάσεων δεν έχουν λόγο, θα μπορούσε να ονομαστεί ηθικός ανιμισμός, μια κατάσταση σύμφωνα με την οποία άψυχα, ζώα και άνθρωποι παρ’ όλες τις μεταξύ τους διαφορές υπόκεινται στους ίδιους ηθικούς και απαραβίαστους νόμους. (Γιαννικοπούλου:1998). 

Β. Περί αισθητικής ο λόγος
Αναμφισβήτητα, το δραματικό κείμενο –και ό,τι περιλαμβάνεται κάτω από την ομπρέλα του- είναι από τους βασικούς παράγοντες για να κριθεί μια παράσταση καλή. Ωστόσο, δεν μπορούμε σε καμιά περίπτωση να πούμε πως το κείμενο από μόνο του μπορεί να κάνει τη διαφορά, όπως ένα χελιδόνι από μόνο του δεν μπορεί να φέρει την άνοιξη. Μια θεατρική παράσταση αποτελεί ένα σύνθετο καλλιτεχνικό γεγονός (Γραμματάς:1997) και κατά συνέπεια ορίζεται από παράγοντες παραπάνω του ενός. Για μια παιδική παράσταση είναι πολύ σημαντικό το ζήτημα της ατμόσφαιρας που δημιουργεί στα παιδιά. Αυτό περιλαμβάνει, από τις ερμηνείες των ηθοποιών έως και τη μουσική που θα ακούγεται πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά την παράσταση. Η κριτική ικανότητα των παιδιών είναι πολύ ανεπτυγμένη και αυτό τα καθιστά ικανά να έχουν άποψη για το αν ένας ηθοποιός ήταν καλός στον ρόλο του ή όχι. Συνεπώς, μια παιδική παράσταση πρέπει να χαρακτηρίζεται από την καλή ερμηνεία ώστε να μπορέσουν τα παιδιά να μπουν στην κατάσταση των ηθοποιών και να βιώσουν μέσα από αυτούς τις καταστάσεις που βλέπουν μπροστά τους αλλά και να συμμετέχουν αν αυτό τους ζητηθεί.
Η σημασία του χώρου είναι καταλυτική για τη συμπεριφορά μας. Το ίδιο και για τη συμπεριφορά ενός ηθοποιού που «βγαίνει» από τον εαυτό του για να υποδυθεί κάποιον άλλο χαρακτήρα. Ο χώρος λοιπόν που θα κινείται ως ρόλος –τα σκηνικά- καθώς επίσης και τα ρούχα που θα φοράει –τα κοστούμια- είναι επόμενο να επηρεάζουν τη συμπεριφορά του και άρα την ερμηνεία του. Πέρα απ’ αυτό όμως τα σκηνικά και τα κοστούμια στις παιδικές παραστάσεις αποτελούν σημείο το οποίο είναι το προφανές σε μια θεατρική παράσταση. Ακόμα κι αν ένα πολύ μικρό παιδί παρακολουθήσει ένα θεατρικό έργο που ενδεχομένως να μην είναι για την αντιληπτική ικανότητα εκείνης της περιόδου-, τα σκηνικά και τα κοστούμια, το θεατρικό περιβάλλον δηλαδή, θα του κινήσουν το ενδιαφέρον. Το μέγεθος, τα χρώματα, η πρωτοτυπία, δίνουν την ατμόσφαιρα και προκαλούν μια θετική πρώτη εντύπωση που σε μια καλή θεατρική παράσταση πρέπει να ενισχύεται όσο  το έργο προχωράει.
Στην ερμηνεία και τον τρόπο που θα την αντιληφθεί το παιδί καθοριστικής σημασίας ρόλο παίζουν ο φωτισμός, ο ήχος, και η μουσική. Τα τρία αυτά στοιχεία ένα ένα ξεχωριστά και όλα μαζί, μπορούν να αποκαλύψουν την παράσταση και τελικά να της αλλάξουν μορφή. Κατευθύνουν την ένταση κάθε σκηνής, χρωματίζουν την ατμόσφαιρά και ξυπνούν τις αισθήσεις. Τα όσα συμβαίνουν στην σκηνή επαληθεύονται και ενισχύονται με την συμβολή των παραγόντων αυτών που κεντρίζουν το ενδιαφέρον και αφυπνίζουν τον θεατή αν η χρήση τους δεν είναι αλόγιστη και αν είναι προσεκτικά επιλεγμένα. Τα χρώματα, οι ήχοι, τα μουσικά θέματα, έχουν τη δική τους γλώσσα και κάθε θεατής τα αντιλαμβάνεται ανάλογα με την κατάσταση της στιγμής που βιώνει. Τα οπτικά και ακουστικά αυτά ερεθίσματα μιας παράστασης οδηγούν το παιδί στο να αντιληφθεί ότι το θέατρο δεν είναι μόνο οι ηθοποιοί, τα σκηνικά ή τα κοστούμια, αλλά ένα σύνολο τεχνών που αποβλέπει προς ένα αποτέλεσμα, την τέρψη των αισθήσεων.
Για να υπάρξει θέατρο, πρέπει να υπάρχει έστω και ένας θεατής. Για να υπάρξει καλό θέατρο πρέπει ο θεατής να νιώσει μέρος της παράστασης. Για να υπάρξει καλό παιδικό θέατρο ο θεατής –παιδί- πρέπει να παίρνει μέρος στην παράσταση. Τα τελευταία χρόνια στις περισσότερες θεατρικές παραστάσεις τα παιδιά συμμετέχουν στη διαδικασία της παράστασης με διάφορους τρόπους. Εμπλέκεται δηλαδή στη διαδικασία της θεατρικής παράστασης το θεατρικό παιχνίδι. Πρόκειται για μια ομαδική δραστηριότητα η οποία στηρίζεται στις τεχνικές του αυτοσχεδιασμού και της αναπαράστασης με μίμηση και στοχεύει στην ψυχαγωγία και επικοινωνία των μελών μέσα από τα αισθήματα, τον αυθορμητισμό, τη λεκτική και/ή κινητική έκφραση, τη φαντασία και τη συνεργασία. Δημιουργούνται έτσι συνθήκες απελευθέρωσης, χαράς, επικοινωνίας, οι οποίες δίνουν στο παιδί την δυνατότητα να παρέμβει στον κόσμο του και να αυτενεργήσει, με τον τρόπο που παρεμβαίνει και στο παιχνίδι του. Με τον τρόπο αυτό απολαμβάνει μέσα από τη σύμβαση του παιχνιδιού την αλλαγή της πραγματικότητας (Σέξτου:1998). Το να παίρνει λοιπόν μέρος το παιδί σε μια παράσταση, να γίνεται μέρος της δράσης και να κατευθύνει κάποιες φορές την εξέλιξη, δρα καταλυτικά, αφού η βιωματική συμμετοχή του στην θεατρική πράξη ικανοποιεί την εσωτερική ανάγκη του παιδιού για αποδέσμευση του συναισθήματος μέσα από γλωσσικά, σωματικά και υλικά μέσα έκφρασης (Σέξτου:1998). Δεν σημαίνει πως αν μία παιδική παράσταση δεν εμπλέκει τα παιδιά καθ’ οποιονδήποτε τρόπο δεν μπορεί να είναι καλή. Απλώς η επιστημονική και προσωπική άποψη της υπογράφουσας υποστηρίζει την συμμετοχή του κοινού –τόσο των παιδιών όσο και των συνοδών – σε μια θεατρική παράσταση.
Και μετά την παράσταση;
Σε γενικές γραμμές είναι καλό, οι γονείς να κάνουν πράγματα με τα παιδιά τους. Να ορίζουν μια συγκεκριμένη μέρα της εβδομάδας όπου για μπορούν να πάνε μια βόλτα, να διαβάσουν ένα βιβλίο, να δούνε μια παράσταση. Σε περίπτωση λοιπόν που παρακολουθήσουμε μια παράσταση με τα παιδιά μας –όσοι έχουμε τέλος πάντων- ίσως θα έπρεπε να κουβεντιάσουμε γι’ αυτήν μετά. Δεν εννοούμε βέβαια  να προβούμε σε θεατρολογικές αναλύσεις και προσεγγίσεις. Μια συζήτηση όμως σε σχέση με το θέμα της παράστασης, με τα σκηνικά τα κοστούμια, θα ήταν καλό να γίνει. Ρωτήστε τη γνώμη του παιδιού, πιθανόν να σας πει πράγματα που θα σας κάνουν να αναρωτηθείτε αν βλέπατε την ίδια παράσταση. Ακόμα και μια κακή θεατρική παράσταση δίνει ερεθίσματα για συζητήσεις και αναπτύσσει τα κριτήρια των μικρών θεατών.
 Το παιδικό θέατρο, παράλληλα με τα βιώματα και τους προβληματισμούς του καθενός, λειτουργεί και σαν ερέθισμα για γνωστικές κατακτήσεις αλλά και σαν γέφυρα ανάμεσα στο παιδί και τη λογοτεχνία. Καθένας από μας –γονιός ή εκπαιδευτικός- οφείλει να γνωρίσει στα παιδιά τον μαγικό κόσμου του θεάτρου, ακόμα αρχίζοντας κι από την ανάγνωσή του.   Μέσα από αυτό επέρχεται όχι μόνο η αγωγή και η παιδεία αλλά και η ανάπτυξη αξιών και τρόπων συμπεριφοράς. Το παιδικό θέατρο είναι ανάγκη του παιδιού, του αυριανού ενηλίκου. Από την παιδική ηλικία ξεκινούν όλα και σε αυτήν πρέπει  να επενδύσουμε. Οι μικροί θεατές είναι το μέλλον, ας προσπαθούμε όλοι να μην τους απογοητεύουμε.
Και ένα TIP για τους γονείς!
Μέσα στο θέατρο ΔΕΝ τρώμε. ΔΕΝ μιλάμε στο κινητό. ΔΕΝ μασάμε τσίχλα. Το θέατρο-παιδικό ή ενηλίκων- είναι μια μυσταγωγία. Τα κυλικεία εννοείται πως θέλουν να πουλήσουν και τα παιδιά εννοείται πως πεινάνε. Όμως εμείς είμαστε εκείνοι που βάζουμε τα όρια. Στο θέατρο ο ηθοποιός ακούει το χράτσα χρούτσα από τα σακουλάκια και αν τελικά θα πάτε μετά για καφέ ή όχι. Μην μπερδεύεται το θέατρο με τον κινηματογράφο. Μιλάμε για διαφορετικά…δέντρα!

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αναγνωστόπουλος Β. Δ., Θέματα παιδικής λογοτεχνίας, Α’ Ανιχνεύσεις, Αθήνα, Καστανιώτης, 1987
Γιαννικοπούλου Α.Α., Τα ζώα στους αισώπειους μύθους και η στάση των νηπίων απέναντί τους, Διαδρομές τ.42, Καλοκαίρι 1996
Γραμματάς Θ., Θεατρική παιδεία και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, Αθήνα, Τυπωθήτω, 1997
Γραμματάς Θ., Fantasyland, Θέατρο για παιδικό και νεανικό κοινό, Αθήνα, Τυπωθήτω, 1996
Σέξτου Π., Δραματοποίηση, το βιβλίο του παιδαγωγού-εμψυχωτή, Αθήνα, Καστανιώτης, 1998
Σέξτου Π., Σε ποια θεατρική παράσταση θα πάμε παιδιά;, Διαδρομές τ. 50, Καλοκαίρι 1998



         

                                                                       

1 σχόλιο: